Θεριό Ανήμερο...

Ποιος είδε το Θεριό και δεν το φοβήθηκε;Ε;; Ποιος;;

Παρασκευή, Απριλίου 28, 2006

Γκρινιάζω…

Σήμερα είχα γράψει ένα κείμενο, ωσάν την καλιακούδα. Μαύρο.
Λίγο που ξεκίνησε η μέρα άσχημα, λίγο που είχα προαίσθημα (γιατί συν τοις άλλοις έχω και προφητικό χάρισμα) από νωρίς το πρωί ότι θα πάει και όλη η υπόλοιπη χάλι μπλακ, ξύπνησε μέσα μου η Γιουλάκη στο Ρετιρέ και ήθελα να γκρινιάξω μέχρι τελικής πτώσεως (δικής σας).
Φυσικά επιβεβαιώθηκα, αλλά λεπτομέρειες δεν θα αναφέρω. Απαξιώ.
Τώρα βέβαια θα αναρωτιέστε γιατί τελικά δεν το είδατε ποτέ αυτό το ρημαδοκείμενο.
Ας όψεται ο δαίμων της τεχνολογίας. Πώς τα κατάφερα πάλι, πάνω εκεί που νόμιζα ότι το είχα αποθηκεύσει, τζα! Πάει.
Φαίνεται ήταν το δικό σας το τυχερό, διότι μάλλον θα σας ψυχοπλάκωνα αρκούντως (άντε, πάλι σας έφεξε).
Αλλά πάλι, άμα δεν βγάλω τον πόνο και τα νεύρα μου σε εσάς, σε ποιον θα τα βγάλω; Σε κανέναν ξένο; Τι τα θες, τι τα γυρεύεις. Ο ξένος είναι κακό πράμα (δεν είμαι καθόλου ρατσίστρια, ως ξένο ορίζω τον πάσα έναν πλην της προσωπικής μου πάρτης ανεξαρτήτου εθνικότητος και ράτσας). Τέλος πάντων, αφού δεν το ήθελε η μοίρα να σας μεταφέρω ετούτη την αρνητική ενέργεια, χαλάλι σας. Τότε γιατί σας τα λέω όλα αυτά;
Για να σας αποδείξω ότι είναι η τυχερή σας μέρα βρε, να πάτε να παίξετε κανένα τυχερό παίγνιο μπας και βγάλετε καμιά δεκάρα.
Για μένα δεν νοιάστηκα, εσάς έχω στην έννοια μου. Μα είδατε τι ψυχάρα είμαι, τι υπεράνω;

Υ.Γ. Ε, αν κερδίσετε θέλω τα ποσοστά μου έτσι, μην κάνουμε την πάπια...

Τετάρτη, Απριλίου 26, 2006

Αθλούμαι...

Αχ, πολύ το ευχαριστήθηκα!!!
Ο Ροναλτίνιο, λέει, έκλεψε τον τίτλο του πιο ακριβοπληρωμένου παίκτη από τον Μπέκαμ. Να μάθει ο Παλιομπέκαμ να τους κρατάει τους τίτλους του πιο σφιχτά, να μην του τους κλέβουν.

Δηλαδή άμα κυκλοφορώ εγώ στο πεζοδρόμιο, από την έξω πλευρά, με την τσάντα στο χέρι να σουλατσάρει πάνω - κάτω, φταίει ο κλέφτης; Όχι βέβαια, εγώ φταίω.
Έτσι κι αυτός. Αν πήγαινε πιο προσεκτικά και είχε τον τίτλο του από την μέσα πλευρά, περασμένο χιαστή, κανείς δεν θα μπορούσε να του βουτήξει τίποτα. Ενώ τώρα ήρθε ο άλλος, τσακ μπαμ φραπ και του έφαγε τα πρωτεία. Έτσι, να μας γίνονται παθήματα τα μαθήματα (κάτι πρέπει να μου βγήκε ανάποδα εδώ αλλά δεν πειράζει, βαριέμαι να κόβω και να ράβω).
Πάντως, εγώ δεν συμφωνώ με αυτούς που λένε ότι οι ποδοσφαιριστές παίρνουν εξωφρενικά λεφτά και τέτοια. Εύκολο το έχετε αυτό που κάνουν τα παιδιά;
Τόση ώρα ανέβα κατέβα το στάδιο (που δεν είναι και μικρό, ένα στάδιο να - με το συμπάθιο - μπορεί ο καθένας να το φέρει βόλτα;) ξεθεώνονται. Και τί, πόσες ώρες τρώνε στην προπόνηση;
Δεν ξέρανε να βρούνε κι αυτοί μια δουλειά σε ένα γραφείο και να κάθονται όλη μέρα να κοροϊδεύουν την κοινωνία και να βολοδέρνουν στο μπλογκ τους; Δεν το κάνουν όμως, εκεί, πέφτουν με τα μούτρα στον ποδονακτική εργασία και χωρίς αχ βαχ, η φωνούλα τους δεν ακούγεται.
Και σαν να μην έφταναν αυτά, βάζουνε και καμιά φορά και κανένα γκολ και χαιρόμαστε εμείς οι υπόλοιποι ανθρώποι. Για μας βρε το κάνουν, για ποιον, γι' αυτούς; Μα τι αχαριστία είναι αυτή...

Υ.Γ. Θα σας το πω εγώ να μην το μάθετε από αλλού, του Ροναλτίνιο του έραψε η μαμά του τον τίτλο μέσα στο κασκορσεδάκι του για να μην την πάθει όπως ο προκάτοχός του.

Δευτέρα, Απριλίου 24, 2006

Γιορτάζω…

Αυτά τα τυπικά δεν τα μπορώ καθόλου.
Πάρε τηλέφωνο, και χρόνια πολλά, και να ‘σαι γερός, και ό,τι επιθυμείς, και άλλα τέτοια που τα λες σαν να παίζει κασέτα κι ο άλλος απαντάει ευχαριστώ χωρίς να ακούει ακριβώς τι λες, γιατί ξέρει ότι παίζει κασέτα (όχι, πείτε μου εσείς ειλικρινά ότι ακούτε τις ευχές που σας λένε όταν σας παίρνουν τηλέφωνο στη γιορτή σας, κι εγώ θα βγω στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του STAR να αυτοδιαψευστώ).
Τώρα θα μου πείτε και τι να κάνεις, να μην πάρεις καθόλου; Θα σε κακοχαρακτηρίσουν σίγουρα, κάποιοι μάλιστα θα παρεξηγηθούν κιόλας. Εγώ πάντως θα σας ομολογήσω πως ούτως η άλλως υποψιάζομαι ότι αυτοί που με παίρνουν στη γιορτή μου δεν είναι αυτοί που είναι απαραίτητα φίλοι μου και με θυμήθηκαν. Είναι μάλλον αυτοί που έχουν αγοράσει πακέτο σύνδεσης με δωρεάν χρόνο ομιλίας.
Αν πεις τα μηνύματα; Ωραία, αλλά ξέρεις ότι αυτός που το έστειλε το προώθησε φασόν σε όλους τους συνονόματους. Άρα, τι νόημα έχει;
Δεν εννοώ φυσικά να αποξενωθούμε βρε παιδιά, απλά διερωτώμαι για το πόσο έχει νόημα ένα πράγμα όταν γίνεται απλά και μόνο από υποχρέωση.

Υ.Γ. Εννοείται ότι τα παραπάνω τα είπα στα πλαίσια της γενικότερης αμπελοφιλοσοφίας. Μην τυχόν με ξεχάσει κανείς στη γιορτή μου, έτσι;

Σάββατο, Απριλίου 22, 2006

Γελάω…

Τώρα τελευταία έχω αποκτήσει ένα κουσούρι.
Καταλαβαίνετε πόσο με ενοχλεί, αφού μέχρι πρότινος δεν είχα κανένα απολύτως και απολάμβανα ξένοιαστη την μοναξιά της τελειότητάς μου. Και αφού θέλετε, να σας πω ποιο είναι αυτό: δεν μπορώ να συγκρατήσω το γέλιο μου.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες αυτό δεν είναι κακό, έλα όμως που εγώ δεν είμαι ένας φυσιολογικός άνθρωπος. Τι φταίω που μου έρχεται να γελάσω πάντα τις στιγμές που δεν πρέπει;
Για να σας δώσω ένα παράδειγμα, τις προάλλες βρέθηκα στο νοσοκομείο. Όχι καλέ, μην τρομάζετε, δεν είχα πάθει τίποτα εγώ (παθαίνουν τίποτα τα θεριά;). Είχα πάει ως επισκέπτης ενός ασθενούς, του οποίου την ταυτότητα δεν αποκαλύπτω για λόγους προστασίας αφενός των προσωπικών του δεδομένων και αφετέρου της προσωπικής μου σωματικής ακεραιότητας (καθόσον έτσι και πάρει χαμπάρι ότι τον έκανα βουρδούγιο την έβαψα).
Στο δωμάτιο που νοσηλευόταν λοιπόν, συστεγάζετο με αρκετούς άλλους συνανθρώπους μας, αφού το εθνικό σύστημα υγείας πρωτίστως στοχεύει στην ενθάρρυνση της δημιουργίας διαπροσωπικών σχέσεων. Με το που πάτησα το πόδι μου μέσα βύθισα άθελά μου τον μέσο όρο ηλικίας, ο οποίος πρέπει να έπαιζε κάπου ανάμεσα στα 99 και τα 110, εξόν του φίλου μου που είναι απροσδιορίστου ηλικίας (κάτι σαν τη Ζωζώ Σαπουντζάκη φανταστείτε). Είπα μια γενική «καλησπέρα» στη ομήγυρη, και πήγα να καθίσω δίπλα του για να διαπιστώσω αυτοπροσώπως ότι όντως είχε γιάνει.
Μου είπε χαρούμενα ότι οι γιατροί τον διαβεβαίωσαν πως σε δυο μέρες θα πήγαινε σπίτι του, κι από τη χαρά του έβγαλε να με κεράσει ένα φοντάν, το οποίο πήρα μεγαλόψυχα παραβλέποντας το γεγονός ότι πήγαινε κόντρα στην δίαιτά μου. Όπως ήταν φυσικό, πρόσφερε ένα και στον υπεραιωνόβιο κύριο απ’ το διπλανό κρεβάτι που για να ακούσει καλά τι λέγαμε κόντεψε να κουτρουβαλιαστεί από το κρεβάτι του πόνου (δεν ξέρω ακριβώς από τι έπασχε, αλλά μεταξύ μας, νομίζω πως είχε τον απέθαντο). Τι το ‘θελε;
Αρνήθηκε το κέρασμα, επειδή όπως μας εξομολογήθηκε είχε κόψει τα γλυκά γιατί του ανεβάζουν το ζάχαρο, όπως επίσης και τα αλμυρά γιατί του ανεβάζουν την πίεση, τα φρούτα γιατί τον φουσκώνουν, τα όσπρια γιατί του πειράζουν το έντερο, το κρέας γιατί του ανεβάζει την χοληστερίνη, τα γαλακτοκομικά γιατί του φέρνουν καούρες, το αλκοόλ γιατί του πειράζει το συκώτι κ.λ.π. (ναι, δεν υπήρχε ούτε ένα είδος της διατροφικής αλυσίδας που να μην έβλαπτε κάτι επάνω του).
Ο φίλος μου τον άκουγε με ύφος ύψιστης συμπόνοιας, μιας και μάλλον η παραμονή στον χώρο εκείνο τον είχε κάνει ιδιαίτερα ευαίσθητο. Εγώ πάλι, ήθελα να γελάσω σε όλη τη διάρκεια της απαρίθμησης των απαγορευμένων ουσιών (διότι μας πήρε κανένα σαραντάλεπτο), γιατί η εικόνα του παπούλη – σπίνου δίπλα στην σύζυγο που ζύγιζε περίπου όσο ο μέσος όρος ηλικίας του δωματίου επί δύο μου φαινόταν πολύ γελοία. Μέχρι ενός σημείου το καταπίεζα με επιτυχία, όταν όμως μπήκε κι εκείνη στη συζήτηση για να μας διαβεβαιώσει ότι εξαιτίας του αντρός της είχε αναγκαστεί κι αυτή να ακολουθήσει ισορροπημένη δίαιτα, γι’ αυτό και κατάφερνε να διατηρηθεί τόσο κομψή, δεν μπόρεσα. Έσπασα.

Υ.Γ. Τελικά τι το ήθελα το φοντάν; Πάλι συν δείχνει η καταραμένη ζυγαριά. Αχού και ότι κοροϊδεύεις το λούζεσαι…

Πέμπτη, Απριλίου 20, 2006

Παραμυθιάζομαι…

Ξέρουμε όλοι ότι οι κακοί είναι στη φυλακή, ε παιδιά; Ωραία. Οι καλοί όμως; Που είναι; Εγώ θα σας πω (που τα ξέρω όλα). Έξω είναι βρε, και έχουν τράπεζες.
Και είναι τόσο καλοί, που θέλουν να γίνουμε και εμείς πλούσιοι, να μην είναι μόνο αυτοί. Τους καλούς μου! Και γι’ αυτό δίνουν και τόσα λεφτά οι ανθρώποι, από το υστέρημά τους οι δύσμοιροι, για να κάνουν διαφημίσεις και να μας ενημερώσουν για τις καλές τους προθέσεις. Να, θα μας δώσουν έτσι, δανεικά, όσα λεφτά χρειαζόμαστε. Και όσο για το πώς θα τα ξεπληρώσουμε;
Έλα βρε, όλο με λεπτομέρειες ασχολείστε πια! Είπαμε, από την καλή τους την καρδιά τα δίνουν, και εμείς θα τα πληρώσουμε όταν έχουμε, αν έχουμε, λίγα – λίγα, χωρίς καθόλου άγχος, και άμα διευκολυνθούμε τα δίνουμε. Αν όχι, δεν έγινε και τίποτα βρε αδερφέ, δε χάλασε κι ο κόσμος.
Αλήθεια λέω, το είδα στην τηλεόραση. Κι ότι δείξει η τηλεόραση είναι νόμος, και τα σκυλιά δεμένα.
Έτσι κι εγώ δεν έχασα την ευκαιρία, τι, κανένα κορόιδο είμαι (δεν θέλω αηδίες, ρητορικό είναι το ερώτημα); Τουτέστιν πήρα : ένα στεγαστικό (να πάρω ένα κεραμίδι να βάλω πάνω από το κεφαλάκι μου), ένα καταναλωτικό (ε να το επιπλώσω, που θα κάθομαν, κατάχαμα;), ένα επαγγελματικό (να ανοίξω το μαγαζί με είδη καλλωπισμού κατοικίδιων εντόμων που πάντα ονειρευόμουν), ένα καταναλωτικό ακόμη (να πάρω κι ένα αμαξάκι να έχω να πορεύομαι) και κάτι ακόμη μικροδανειάκια.

Ε… Γκουχ, γκουχ.. Ε… Παιδιά… Μμ, Ε, να σας πω…

Μήπως μπορεί κάποιος από ‘σας να πάρει ένα καταναλωτικό να μου φέρνει τσιγάρα να έχω να φουμαίρνω πίσω από τα κάγκελα;

Υ.Γ. Ένας είπα παιδιά, μην σπρώχνεστε…

Τρίτη, Απριλίου 18, 2006

Απολαμβάνω...

Εχθές ξύπνησα αποφασισμένη.
Όχι να κάνω κανένα κακό (πιο φιλήσυχο άνθρωπο από μένα δεν έχει ξαναγνωρίσει η πλάση), αλλά να απολαύσω την ημέρα μου. Χωρίς κανέναν ιδιαίτερο λόγο, είχα κέφια. Μη μου πείτε ότι δεν σας έχει τύχει. Βέβαια η αλήθεια είναι ότι δεν μας συμβαίνει και πολύ συχνά, αλλά αυτό που κατάλαβα είναι ότι όταν δεν έρχεται από μόνο του, είναι στο χέρι μας να το προκαλέσουμε.
Καταρχήν εκμεταλλεύτηκα το διάστημα που ετοιμαζόμουν για τη δουλειά ακούγοντας παράλληλα μουσική. Δε θα σας αποκαλύψω τα γούστα μου, θέλοντας να αποφύγω να επηρεάσω τα δισκογραφικά πράγματα της χώρας (τώρα αν θέλετε να μου κάνετε κανένα CD δώρο, παρ ’τε το με κάρτα αλλαγής, μην μου πνίγεστε σε μια κουταλιά νερό). Βέβαια, επειδή οι ιδιοκτήτες του σπιτιού στους οποίους οφείλω το ζην κοιμόντουσαν, αναγκάστηκα να χρησιμοποιήσω ακουστικά. Και; Το αποτέλεσμα το ίδιο, έπλενα τα δόντια μου σιγοψιθυρίζοντας το “Everything I am” (μη λησμονώντας να διαβεβαιώσω τη μαμά μου με ένα σημείωμα ότι δεν θα αμελήσω να καθαρίσω τις οδοντόκρεμες από τον καθρέφτη μόλις επιστρέψω).
Στη δουλειά πάλι, υποσχέθηκα στον εαυτό μου να μην αγχωθώ, αφού είτε σκάσω είτε δε σκάσω, ό,τι είναι να γίνει θα γίνει, νομίζω; Έτσι χαλάρωσα και συνειδητοποίησα ότι έκανα τη δουλειά μου καλύτερα, αφού είναι απίστευτο το πόσο μεταδοτική είναι η καλή διάθεση (άμα έλεγε ο Μικρούτσικος χαμογελάτε είναι μεταδοτικό ήξερε τι έλεγε, τι, για τον εαυτό του νομίζετε νοιαζόταν;).
Μετά το σχόλασμα κανόνισα να πάω για καφεδάκι με μια φίλη. Καθίσαμε χαλαρά κι ωραία στην παραλία και αφού παραγγείλαμε τον ωραίο μας φραπεδάκο, συμφωνήσαμε να μιλήσουμε μόνο για θέματα ευχάριστα (μια αχώνευτη γνωστή μας που αρραβωνιάστηκε, ένα φιλικό μας ζευγάρι που χώρισε, κάτι ηλίθιους που μας κολλούσαν από το απέναντι τραπέζι, όσους κακοντυμένους περνούσαν από μπροστά μας και τέτοια).
Δυο ωρίτσες μετά γύρισα σπίτι, όπου έφαγα ωραία και καλά, στήθηκα κανένα μισάωρο μπροστά στην τηλεόραση για να χαζέψω λίγο (τι θα πει κι άλλο, δεν κατάλαβα το πνεύμα σας) και μετά ασχολήθηκα με διάφορα μέσα στο σπίτι. Ε δεν θα σας τα πω και χαρτί και καλαμάρι πια, μην είστε τόσο αδιάκριτοι!

Υ.Γ. Τον καυγά με τη μαμά μου τον παραλείπω συνειδητά, καθόσον μάλλον δεν ταιριάζει με το αισιόδοξο ύφος του υπόλοιπου κειμένου.

Δευτέρα, Απριλίου 17, 2006

Στενοχωριέμαι…

Η Μεγάλη Βδομάδα ξεκίνησε και η μελαγχολία που με πιάνει πάντα αυτές τις μέρες με έχει ρίξει και πάλι.
Όσο ζω, δεν πρόκειται να συγχωρέσω τους γονείς μου γι’ αυτό που μου κάνανε. Γεννήθηκαν και οι δύο στην πόλη. Πάει να πει με καταδίκασαν από μικρό παιδί να φθονώ τα άλλα παιδάκια, που τέτοιες μέρες λέγανε «θα πάω στο χωριό μου», κι εγώ μουρμούριζα ένα ξερό «εμείς θα μείνουμε εδώ». Θέλω κι εγώ να έχω χωριό!
Η μαμά μου, για να με παρηγορήσει η δόλια, προσπαθούσε μάταια να μου εκθειάσει όλα τα θετικά της κατάστασής μας. Αλλά εγώ εκεί, αμετακίνητη, έκανα απεργία πείνας για όσο καιρό διαρκούσαν οι διακοπές προς ένδειξη διαμαρτυρίας, και έβαζα τουλάχιστον πέντε κιλά στην καθισιά μου. Δεν είναι να απορείτε. Όταν ένας εργαζόμενος απεργεί δεν δουλεύει, σωστά; Και όταν εγώ έκανα απεργία δεν πεινούσα, δηλαδή κατέβαζα ότι έβρισκα μπροστά μου.
Ποτέ δεν θα ξεχάσω όλες εκείνες τις θλιβερές εικόνες που χαράχτηκαν ανεξίτηλα στη μνήμη μου, όταν οι συμμαθητές μου γυρνούσαν στο σκολείο και έφερναν φωτογραφίες για να αποδείξουν ότι πέρασαν ωραία στην εξοχή. Φυσικά δεν άφηνα την ζήλια μου να βγει προς τα έξω (πάντα ήμουν κυρία), μόνο προσπαθούσα να τους πείσω ότι κι εμείς είχαμε περάσει εξίσου καλά, απλά δεν είχα φωτογραφίες να τους δείξω τα όσα συνταρακτικά έκανα, επειδή όταν πήγα να εμφανίσω το φιλμ ήρθε κατά πάνω μου ένας πελώριος αετός και μου πήρε τη μηχανή μέσα από τα χέρια (στο τέλος δεν μου ζητούσαν να δουν φωτογραφίες, αλλά τον ίδιο τον αετό, αφού για κάνω ακόμη μεγαλύτερη εντύπωση τους είπα ότι από τις τόσες φορές που τον είχα συναντήσει είχα πια αποκτήσει φιλικές σχέσεις με τον Μπάμπη, τον αετό, και τον πήρα σπίτι για κατοικίδιο).
Τι τα θες, το θέμα είναι να είχαμε κι εμείς χωριό.
Και φυσικά το απωθημένο είναι τόσο βαθιά ριζωμένο μέσα μου, που έχω πάρει την απόφαση να βρω άντρα από επαρχία για να μην καταδικάσω τα παιδιά μου στο ίδιο μαρτύριο.

Υ.Γ. Άμα έχετε κανένα γαμπρό αντιστοίχων προσόντων κανονίστε μου κονέ (μόνο μην είναι και ντιπ καράβλαχος) έτσι;


Κυριακή, Απριλίου 16, 2006

Αναρωτιέμαι…

Γιατί πρέπει να νιώθω τύψεις κάθε φορά που τρώω; Γιατί το φαγητό πρέπει να έχει θερμίδες; Γιατί πρέπει οι θερμίδες να παχαίνουν; Και να παχαίνουν αυτές με γεια τους με χαρά τους, εμένα γιατί πρέπει να με επηρεάζουν; Με ξέρουν κι από χθες;
Ωραία χώρα η Ελλάδα, δεν μπορώ να πω το αντίθετο (όχι άμα θέλω ας το πω, μετά ποιος θα με διαβάζει, οι παλιννοστούντες;), ωραίο πράμα κι ο ήλιος, σου φτιάχνει την διάθεση, σε ξενοιάζει, σε χαλαρώνει, σε κάνει να θέλεις να βγεις έξω. Και εδώ τα χαλάμε.
Τι να φορέσεις όταν βγεις έξω;
Βάι μάναμ βάι, αυτά είναι τα δύσκολα.
Καταρχήν πρέπει να αποδεχτούμε το αδιάψευστο γεγονός ότι όλα τα ρούχα, ανεξαρτήτως ποιότητας, τιμής, χρώματος, μεγέθους, περιστάσεως και καταστάσεως έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό. Σε αντίθεση με εμάς (τους ανθρώπους ντε), κάθε χρόνος που περνάει από πάνω τους τα κάνει μικρότερα. Και καθώς η επιστήμη ξέρει μόνο να χάνει το χρόνο της για να βρίσκει λύσεις σε άλλα, ασήμαντα ζητήματα, βρισκόμαστε στην δυσάρεστη θέση να πρέπει να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα αυτή με όποιον τρόπο βρούμε.
Εγώ πάντως όσο και να το παίδεψα (και έχω και μπόλικο μυαλό ως γνωστόν) πολλές λύσεις δε βρήκα (σιγά μη βρείτε εσείς τώρα, εδώ κοτζαμάν εγώ δεν βρήκα).
Μία είναι να φορέσω τα περσινά και θα φροντίσω να αναπνέω σε λιγότερο τακτά διαστήματα προκειμένου να μένουν τα μέρη που ασφυκτιούν τιθασευμένα. Το έχω δοκιμάσει, πιάνει. Τσεκάρε τε το και θα με θυμηθείτε (καλή μου ώρα), αλλά για όσους δεν καταφέρουν να εκπνεύσουν εγκαίρως και εκπνεύσουν δια παντός δεν ευθύνομαι, ελεύθερη βούληση έχετε, δεν σας έβαλα και το μαχαίρι στον λαιμό.
Δεύτερη και επικρατέστερη είναι να πάρω καινούρια. Και της μοδός να είναι, και να μου κάνουν βρε αδερφέ. Το βασικό πρόβλημα σ’ αυτή την περίπτωση είναι το οικονομικό θα βιαστείτε να σκεφτείτε, και αφού σας δώσω ένα σκαμπίλι που βιαστήκατε (για παιδαγωγικούς λόγους), θα σας πω ότι δεν είναι και τόσο τραγικά τα πράγματα όσο φαντάζεστε.
Το ρήμα «πάρω» το εχρησιμοποίησα επί τούτου, αν ήταν θα ‘λεγα «αγοράσω» (τί δα, ρήματα δεν ξέρω, αφού το λεξιλόγιό μου ξεπερνά τις σαρανταοχτώ χιλιάδες λέξεις, χώρια οι σύνθετες, που δεν τις μετράω λόγω εκπτώσεων). Μπορείτε να τα πάρετε από τα λοιπά μέλη του σπιτιού, από έτερους συγγενείς, από δώρα που θα σας κάνουν φίλοι μόλις εκδηλώσετε αυθόρμητα τον θαυμασμό σας για ένα ρούχο που σας ξετρέλανε αλλά, στο καλό, δεν έχετε χρήματα πάνω σας να το πάρετε και άλλα τέτοια ευρηματικά.

Υ.Γ. Άμα λέω εγώ πιο καλά ο χειμώνας δεν ξέρω τι λέω; Παίρνεις πέντε νούμερα παραπάνω το πουλόβερ και είσαι Ο.Κ. για δυο σαιζόν τουλάχιστον. Αχ βαχ!

Σάββατο, Απριλίου 15, 2006

Προβληματίζομαι...


Σάββατο πάλι.

Τι κακό αυτό το πράγμα όμως, κάθε βδομάδα το ίδιο βιολί. Έρχεται Σάββατο, πρέπει να βγεις έξω. Όχι ότι δε μ' αρέσει το έξω, για τι με περάσατε, για κανένα αντικοινωνικό πλάσμα; Άντε βρε χαζά, έχει πιο κοσμικό άτομο από 'μένα; Απλά, μου τη δίνει κάθε φορά να πρέπει να σκεφτώ τι θα κάνουμε, η όποια παρέα μου κι εγώ (τί, μόνη μου θα βγω σαν την τρελή;).

Μπορεί βέβαια φαινομενικά να υπάρχουν πολλές επιλογές, ουσιαστικά όμως;

Αυτό που κάνω τις περισσότερες φορές για να εμπνευστώ, είναι να βάλω λίγο ραδιόφωνο μπας και μου κατέβει καμιά ιδέα (και να μου ανέβει δηλαδή δεν με πειράζει, ας έρθει με το καλό κι η διαδρομή της ποσώς με ενδιαφέρει). Στάκα να το ανάψω, να βρω κι έναν καλό σταθμό (όχι, ο σταθμός των ΚΤΕΛ δεν εξυπηρετεί κι ας ανακαινίστηκε πρόσφατα)... Χμμ, εδώ διαφημίσεις, εδώ πολύ σουξεδιάρικα, εδώ θα θέλω αντικαταθλιπτικά και δεν υπάρχει μία, για να ακούσω εδώ τι παίζει...

"Σάββατο κι απόβραδο και ασετυλίνη (αλήθεια ασετυλίνη τί είναι, μπας και ξέρει κανείς; Μην έχει τίποτα να κάνει με την πλαστελίνη;), στην Αριστοτέλους που γερνάς (στους άλλους δρόμους μένεις νέος, δεν υπάρχει πρόβλημα), έβγαζα απ' τις τσέπες μου φλούδες μανταρίνι (ποιος δεν έχει πάντα πρόχειρη μια φούχτα στις τσέπες του για ώρα ανάγκης;), σου 'ριχνα στα μάτια να πονάς (μάλλον τις έριχνε μαζί με την μπουνιά ο καλλιτέχνης, διαφορετικά δεν καταλαβαίνω από που μπορεί να προέρχεται ο πόνος).

Ωραίο άσμα, αλλά άμα κάνω πως τσιμπάω ξέρω πως θα το μετανιώσω πικρά. Άλλωστε την εποχή που γράφτηκαν οι στίχοι το κυκλοφοριακό δεν ήταν τόσο έντονο και προφανώς ο στιχουργός έβρισκε να παρκάρει με άνεση και καθόταν μετά ωραία - ωραία να χαζεύει τους μικρότερους να παίζουν κλέφτες κι αστυνόμους. Τώρα όποιος παρκάρει στην Αριστοτέλους θα γνωρίσει αυτοπροσώπως τους αστυνόμους που επιμελούνται το τροχομπάχαλο, κι άμα ανάψει και φωτιά στους απάνω δρόμους πάει μέσα για εμπρησμό με συνοπτικές διαδικασίες.

Τουτέστιν αυτό το τραγούδι ουδόλως βοηθάει, θα περιμένω να παίξει το επόμενο μπας και διαφωτιστώ...

Υ.Γ. Καθόλου δεν ειρωνεύομαι τον στίχο, απλά προσπαθώ να τον καταννοήσω βρε αδερφέ. Όποιος μπορεί καλύτερα χαλάλι του.

Πέμπτη, Απριλίου 13, 2006

Διαμαρτύρομαι...

Σκουπίδια. Αυτό που συμβαίνει είναι απαράδεκτο.
Ο κόσμος όλος τα έχει βάλει με την απεργία των υπαλλήλων καθαριότητας, δηλαδή τα έχει βάλει με τους ίδιους τους υπαλλήλους καθαριότητας (για να ακριβολογούμε), ενώ δεν είναι λίγοι δε αυτοί που τα έχουν βάλει και με το λοιπό σόι του κάθε υπαλλήλου καθαριότητας (ανεξαιρέτως).
Κακώς, πολύ κακώς, κάκιστα (κακώς το συζητάμε κιόλας δηλαδή). Τι φταίνε τα παιδιά; Καλό μας κάνουν, κακό δεν μας κάνουν. Μας διδάσκουν ένα μάθημα πολύ σημαντικό, ένα μάθημα που έπρεπε να μας το έχουν δώσει χρόνια τώρα γονείς, δάσκαλοι, φροντιστές, καθηγητές, υποψήφιοι καθηγητές που έχουν δώσει εξετάσεις μέσω ΑΣΕΠ, συγγενείς και φίλοι.
Αντί να τα βάλουμε με τον εαυτό μας (να αυτοσκαμπιλιστούμε ντε), που δεν λέμε να σταματήσουμε να παράγουμε σκουπιδαριό, τα βάζουμε με αυτούς που δεν φιλοτιμούνται - τάχατες, δήθεν μου τάχα μου, ντεμέκ, να 'χαμε να λέγαμε βρε αδερφέ - να τα μαζέψουν.
Μήπως έτσι όμως δεν γίνεται και στη ζωή;
Έρχεται κανείς να τακτοποιήσει τα πράγματα όταν τα κάνουμε σαν τα μούτρα μας; Έρχεται κανείς να πάρει την ευθύνη όταν, αλοίμονο, τα κάνουμε ρόιδο και μετά δεν ξέρουμε πού να κρυφτούμε για να γλυτώσουμε την διαπόμπευση;
Επειδή κάποτε έπαιζε τον ρόλο αυτό η καλή μας η μαμάκα, νομίζουμε ότι θα υπάρχει πάντα κάποιος εκεί να τρέχει από πίσω μας και να "καθαρίζει" (εδώ το εν λόγω ρήμα θα μπορούσε να μπει και χωρίς εισαγωγικά, καθώς θα μπορούσε κανείς να το εκλάβει και με την κυριολεκτική έννοια, είναι τουτέστιν ένα εύστοχο λογοπαίγνιο, με πιάνετε; Αλλά μετά λέω δε βαριέσαι, τσιγγουνιές θα κάνουμε τώρα, βάλτα τα ρημαδοεισαγωγικά, χαράμι να γίνουν);
Έρχεται κανείς, όχι πείτε μου, έρχεται;
Κανείς.
Και απαιτούμε τώρα από τους ξένους ανθρώπους να κλείσουν τη μύτη τους με μανδαλάκι ωσάν να ήταν μπουγάδες, να φράξουν το στόμα τους με μανδύλα ωσάν άλλοι ληστές τραπέζης, να φορέσουν γάντια χειρούργου ωσάν να ήταν χειρούργοι (η ευρηματικότητα των παρομοιώσεών μου εξαντλήθηκε προσωρινώς), και να βγουν να τα κάνουν λαμπίκο επειδή εμείς τα κάναμε ... άντε να μην πω τι τα κάναμε.
Βρε πολύ καλά κάνουν, συνεχίστε παιδιά κι ο αγώνας θα δικαιωθεί! Ας ενωθούμε όλοι αδέρφια για τα δικαιώματα των συμπολιτών μας που διεκδικούν ..., ό,τι διεκδικούν τέλος πάντων (ε, δεν μπορώ να τα ξέρω όλα πια!).

Υ.Γ. Μόνο να μην ξεχάσει να με ειδοποιήσει κάποιος όταν λήξει η απεργία για να κλείσω θέση επιστροφής από την Αυστραλία έτσι;

Τετάρτη, Απριλίου 12, 2006

Βαριέμαι...

Τι θα ήθελα να κάνω τώρα;

Χμμ... Καλή ερώτηση (δεν είναι να απορείτε, εγώ πάντα κάνω καλές ερωτήσεις). Δεν ξέρω , ξέρω όμως σίγουρα τι δεν θα ήθελα να κάνω.Δεν θα ήθελα να είμαι στη δουλειά.
Είναι γεγονός, η δουλειά είναι κακό πράμα. Αν ήταν καλό, δεν θα μας πλήρωναν για να το κάνουμε. Και εν πάσει περιπτώσει, εφόσον μας πληρώνουν, θα έπρεπε το ποσό να είναι σε θέση να ανταποδώσει τις αμέτρητες ώρες σκλαβιάς (όπου 1 ώρα σκλαβιάς = 1500 ευρώ περίπου σύμφωνα με τον πιο πρόσφατο τιμοκατάλογο του Υπουργείου Εργασίας. Μην σας κάνει εντύπωση που δεν έχει δημοσιευτεί, κυκλοφόρησε σε απόρρητο έγγραφο που κοινοποιήθηκε μόνο στον πρωθυπουργό, τον πρόεδρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης και εμένα). Αλλά ούτως ή άλλως, το χρήμα δεν φέρνει την ευτυχία (ούτε η ευτυχία το χρήμα, μη σας πω ψέματα).
Οπότε;
Μην το ψάχνετε, το έχω ψάξει εγώ. Δεν υπάρχει καμία λύση, εκτός από το να μη δουλεύουμε καθόλου. Αλλά και πάλι, πόσοι έχουμε την πολυτέλεια να το κάνουμε αυτό; Πόσοι έχουμε ξένη τσέπη να αρμέγουμε ε; Ολίγοι (φτου σας τυχεράκηδες). Αχ, να είχα την τύχη σας βρε, όλη μέρα στο σορολόπ θα το έριχνα και κανείς δεν θα τολμούσε να με πει τεμπέλα. Ουχί! Θα έλεγα ότι έχω κάνει τα χαρτιά μου για το δημόσιο, θα τα έκανα κιόλας δηλαδή έτσι για το αντέτι, και θα περίμενα αιωνίως να μου χαμογελάσει ο Θεός που είναι επικεφαλής των διορισμών.Έλα όμως που αυτά δεν περνάνε παντού.
Τουτέστιν εμείς οι ατυχήσαντες πρέπει να βγάλουμε χρήμα με τον ιδρώτα μας, αφού το άτιμο δεν φυτρώνει από μόνο του, ως όφειλε, ωσάν τα κυπαρίσσια. Και καθόμαστε και παιδευόμαστε ολημερίς αντί να τρέχουμε από καφέ σε ποτό κι από από γυράδικο σε ταβέρνα κι από βόλτα σε εκδρομή κι από δω κι από 'κει γενικότερα.
Να σου δώσω μια να σπάσεις αχ βρε κόσμε γυάλινε...


Υ.Γ. Όχι, δεν είμαι καθόλου ανατρεπτικό στοιχείο. Απλά βαριέμαι.

feed me more stupidity