Θεριό Ανήμερο...

Ποιος είδε το Θεριό και δεν το φοβήθηκε;Ε;; Ποιος;;

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 29, 2006

Εξηγούμαι...

Ναι 'μαι βρε, γύρισα! Και γύρισα όχι τόσο επειδή το ήθελα, αλλά περισσότερο επειδή είμαι πονόψυχη. Δεν ήθελα να ταλαιπωρηθούν άλλο οι συνάνθρωποί μου από τις διαδηλώσεις που ξεσήκωσε η σύντομη απουσία μου. Ούτε να τρώνε άλλο χρόνο τα δελτία ειδήσεων για να προσπαθούν να εξιχνιάσουν τα αίτιά της. Γι' αυτό γύρισα.

Ωραία... Πάει αυτό, το καλύψαμε. Γιατί έφυγα όμως;

Θα πω την αλήθεια (όχι ότι θα το καταλάβει και κανείς αν πω ψέματα εδώ που τα λέμε). Είχα αρχίσει να νιώθω πως όλο αυτό το πράγμα άρχισε να παίρνει κάπως την μορφή του υποχρεωτικού.

Μισώ τα υποχρεωτικά πράγματα, ενώ αντίθετα αυτά μάλλον με υπεραγαπούν (κι ύστερα σου λένε, ό,τι δίνεις παίρνεις). Όταν μπορώ να τα αποφύγω, τα αποφεύγω.
Να μην ξυπνάω 7:30 η ώρα κάθε μέρα για να έρθω στη δουλειά δεν μπορώ. Το έχω δεχτεί πια, μεγάλο κορίτσι είμαι (αλλά αφήστε με να κοιμηθώ 5 λεπτά ακόμηηηηη!).
Να πισωπατήσω όμως όταν νιώσω ότι αυτά που γράφω δεν μου προκαλούν την ίδια ευχαρίστηση με κάποτε, αυτό μπορώ να το κάνω.

Θυμάμαι πώς ένιωθα όταν πρωτοξεκίνησα να βάζω γράμματα στη σειρά και να φτιάχνω σειρούλες με εύθυμο περιεχόμενο. Το θυμάμαι καλά. Δημιουργικότητα. Σπουδαίο συναίσθημα!

Οι δικοί μου λόγοι, γιατί ο καθένας γράφει για τους δικούς του προσωπικούς λόγους, συνοψίζονται σ' αυτό. Δεν εξαντλούνται, συνοψίζονται (πάει να πει, κρύβω κι άλλους άσσους στο μανίκι μου). Κι επειδή ακριβώς αυτό το πράγμα με γεμίζει, εξακολουθώ να διατηρώ το ψώνιο χρόνια τώρα όπως το αλάτι διατηρεί τα παστά.

Όμως. Και ξαναλέγω. Όμως.

Έχω καιρό να νιώσω έτσι (όχι παστή, δημιουργική). Δεν ξέρω αν αυτό είναι παροδικό ή μόνιμο. Μάλλον το πρώτο, γιατί εξακολουθώ να έχω αναλαμπές πού και πού η αθεόφοβη.
Αλλά εγώ δεν θέλω μισά πράγματα. Ούτε ειδικώς, ούτε γενικώς. Προτιμώ το καθόλου.

Μ' άλλα λόγια, ή να διαβάζω το κείμενο μου και μετά και να λέω ναι, μου αρέσει, ή να το σβήνω. Όχι να το βλέπω και να λέω εδώ κι εδώ ήταν καλό, εκεί κι εκεί μπορούσε να είναι και καλύτερο.
Δεν μου κόβουν μεροκάματο (κακώς βέβαια), άρα τα πλαίσια τα θέτω εγώ. Ούτε κάνουμε διαγωνισμό (άσε που άμα κάναμε τον είχα κερδίσει στάνταρ). Με δυο κουβέντες (γιατί το λακωνίζειν εστί φιλοσοφείν και το φιλοσοφείν με χαρακτήριζε ανέκαθεν) εννοώ να διαβάζω όλα αυτά που έγραψα μετά από καιρό και να μην διακρίνω καταναγκασμό. Να διακρίνω κέφι και αυθορμητισμό.
Σαφώς άλλα θα μου αρέσουν περισσότερο και άλλα λιγότερο (ε δεν έχω βάλει και ζυγαριά βρε αδερφέ!).
Άλλοτε θα είμαι πιο εύστοχη, άλλοτε λιγότερο.
Αλλά το θέμα είναι να μου αρέσουν. Από την αρχή ως το τέλος.

Το πιάσατε θέλω να πιστεύω (το νόημα, όχι τον Μάη, αυτός αργεί ακόμη).

Αυτά τα ολίγα προς το παρόν.

Υ.Γ. Τελικά βέβαια το ότι δεν άντεξα την αποχή παραπάνω από τρεις μέρες μάλλον σημαίνει ότι το μικρόβιο είναι ανίατο. Καλά το καταλάβατε, θα ξαναχτυπήσω (μεταφορικά πάντα). Είναι απειλή αυτό...

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 27, 2006

Ανακοινώνω...

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 25, 2006

Δείχνω...

Το βρήκα! Μισό λεπτό να το κρατήσω γερά μην το χάσω... Ο.Κ. το ασφάλισα. Τώρα μπορώ να σας το πω.
Ανακάλυψα τι πρέπει να κάνουμε για να μην έχουμε προβλήματα.
Και πριν συνεχίσω, οφείλω να ευχαριστήσω τους δύο φίλους που με ενέπνευσαν να καταλήξω σ' αυτή τη σκέψη. Τον Γρηγόρη και τον Σταμάτη (όχι τον Μπιθικώτση και τον Κόκκοτα, αυτούς που είναι στα φανάρια εννοώ, το πράσινο αθρωπάκι και το κόκκινο αθρωπάκι).
Αν είχαμε αυτά τα δύο σινιάλα στην καθημερινότητά μας, δεν θα είχαμε προβλήματα. Δεν θα είχαμε παρεξηγήσεις. Θα δείχναμε τις προθέσεις μας κατευθείαν και χωρίς περιστροφές. Το ναι και το όχι θα ήταν καθαρά και ξάστερα. Το πορτοκαλί φανάρι αποκλείεται, καθόσον δεν κυκλοφορεί σε αθρωπάκι (και να έβγαινε πώς θα το λέγαμε, Περιμένη;).
Εφαρμογή θα μπορούσε να έχει παντού. Σε όλα.
Συμπαθώ κάποιον; Δίνω μια σκουντιά στον Γρηγόρη να κάνει τζα και να δώσει το παρασύνθημα σ' αυτόν τον κάποιον. Να ξέρει κι αυτός να κανονίζει αναλόγως την πορεία του.

Με συμπαθεί κι αυτός; Λέει του συνονόματου να κάνει την εμφάνισή του στη σκηνή για να μπορέσουμε να συνεννοηθούμε.
Ε, από 'κει και πέρα μεγάλοι άνθρωποι είμαστε, μπορούμε να τα βρούμε και μόνοι μας. Αλλά για να περάσει το αρχικό άχαρο στάδιο, η παρουσία τους κρίνεται από απαραίτητη έως σωτήρια.
Τώρα βέβαια, θα μπορούσε να προκύψει το εξής ερώτημα: και πώς θα ξέραμε κάθε φορά τι ακριβώς θέλει να δείξει το σινιάλο μας;

Εντάξει, άναψε ο Σταμάτης, αλλά τί εννοεί; Ίσα ρε μάγκα για δε σε παίρνει; Δεν μπορώ να βλέπω τη φάτσα σου; Καλός είσαι αλλά στάσου να σε δω λίγο καλύτερα; Τι ακριβώς;
Μην στενοχωριέστε, το έχω τακτοποιήσει και αυτό (όλα τα σκέφτομαι πια, φτου μου να μην αβασκαθώ). Θα ήταν κάπως σαν τα τηλεπαιχνίδια.

Δηλαδή, όπως βγαίνει ο κόκκινος ή ο πράσινος φίλος μας (οι οποίοι ουδεμία σχέση έχουν με τα αντίστοιχα πολιτικά κόμματα, και ας προσπαθούν κάποιοι δόλια να τα κατατάξουν για να εξυπηρετήσουν τους μικροκομματικούς σκοπούς τους), θα κρατάει μια ταμπελίτσα που θα γράφει την αντίστοιχη κατηγορία. Ξέρω 'γω, θα λέει "φιλία", ή "συνεργασία", ή "παρέα", ή "σχέση". Και έτσι, θα ξέρουμε κατευθείαν τι μας γίνεται.
Μπορώ να μεγαλουργήσω όμως άμα θέλω, έτσι;


Υ.Γ. Όχι, δεν είμαι πιωμένη. Σε νηφάλια κατάσταση τα συνέλαβα όλα -χικ- αυτά, σας διαβεβαιώ.

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 22, 2006

Εκτονώνομαι...

Δεν ξέρω αν είμαι μόνο εγώ. Δε νομίζω. Πρέπει να είμαστε πολλοί. Ίσως και όλοι. Αλλά τώρα θα μιλήσω για μένα (ζούμε άλλωστε στην εποχή του ατομισμού).
Έχω ανάγκη από εκτόνωση.
Είναι διάφορα αυτά που με κάνουνε να μαζεύω μέσα μου ενέργεια, που πρέπει να βγει από μέσα μου, για να μην έρθω και κάνω μπαμ καμιά μέρα και πεταχτούν τα σκάγια προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα (τέσσερα δεν έχει; ποτέ δεν ήμουν καλή στο μέτρημα). Να τα αναφέρω δεν πρόκειται, γιατί θα βαρύνω το κλίμα και δεν επιθυμώ διόλου να του χαλάσω τη δίαιτα.

Το ζητούμενο είναι άλλο. Πώς τα ξεφορτώνομαι; Εδώ και τώρα εννοώ, όχι με χρόνια με καιρούς.
Να βάλω τις φωνές;
Θα εκτονώσω άμεσα μεγάλη ποσότητα ενέργειας, το πιθανότερο όμως είναι να παραλάβω άμεσα την απόλυσή μου τυλιγμένη σε χρυσόχαρτο και αμέσως μετά να έρθει να με περιμαζέψει ο μπόγιας.
Να βγω μια βόλτα;
Θα αδειάσει λίγο το μυαλό από τις αρνητικές σκέψεις, θα αδειάσουν όμως και οι τσέπες από ρευστό, καθόσον πόση ώρα μπορώ να γυρνάω σαν την τρελή στους δρόμους, θα με πιάσει το καταναλωτικό μου.
Να κάνω γυμναστική;
Ναι, μισό λεπτό να ζητήσω από το αφεντικό μου να μου παραγγείλει έναν διάδρομο να τον έχω δίπλα από το γραφείο μου για τις δύσκολες ώρες.
Να γράψω;
Αυτό είναι το μόνο που με παίρνει στην παρούσα φάση. Αλλά κι αυτό τι να το κάνεις, Γιάννης κερνάει Γιάννης πίνει (όχι καλέ, δεν είναι αυτό το όνομά μου, ο λόγος το λέγει). Σκοπός είναι να βγάλω την τσατίλα μου. Για να το κάνω αυτό πρέπει να αρχίσω να γράφω λογάκια κακά, από αυτά που όταν έλεγα μικρή η γιαγιά μου με τάιζε μια κουταλίτσα πιπέρι. Έτσι όμως θα κινδυνεύσω να κακοχαρακτηριστώ και μετά δεν θα μπορέσω να βρω γαμβρό, και θα μείνω στο ράφι. Α όχι, δεν το ρισκάρω!

Έκανα αναγκαστική παύση για να μιλήσω στο τηλέφωνο. Ένας μπάρμπας έκανε έξι λεπτά να καταλάβει πώς γράφεται η Σμύρνη στα αγγλικά (όχι, δεν δουλεύω στην Τουρκία, μην είστε περίεργοι τώρα!).


Πόση υπομονή να έχει ένας άνθρωπος; Πώς να εκτονωθώ τώρα που με φόρτωσε κι αυτός; Τι να κάνω; Όχι πείτε μου, τί να κάνω;

Υ.Γ. Μία και καμία.

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 20, 2006

Αναλύω...

Τελικά η ζωή είναι απλή. Εμείς την κάνουμε δύσκολη, οι ανθρώποι (μα τι χαζοί που είμαστε όμως!). Αναλύουμε, πολύ αναλύουμε, του αλλάζουμε τα φώτα ούτως ειπείν. Δε χρειάζεται.
Τα πράγματα δεν θέλουν πολλή σκέψη. Ζαλίζονται. Κι όταν ζαλίζονται πέφτουν, όταν πέφτουν χτυπάνε, όταν χτυπάνε πονάνε. Έλα όμως που πόνος δεν είναι ωραίο πράμα! Κάνει τζιζ.
Τα περισσότερα προβλήματα δημιουργούνται επειδη δίνουμε βαρύτητα σε ελαφριά πράγματα. Όταν λέω ελαφριά δεν εννοώ απαραιτήτως μπαλόνια, μην παρεξηγηθώ. Εννοώ απλώς ότι αν δεν ξεχνούσαμε ότι η ζωή είναι εύθραυστη, τουτέστιν λίγο να την ακουμπήσεις θα κάνει γκλαν και θα σπάσει, θα τα αντιμετωπίζαμε αλλιώς. Δεν θα κοσκινίζαμε το κάθε τι λες και είναι το πιο σημαντικό πράγμα του κόσμου.

Λίγα είναι τα πιο σημαντικά πράγματα του κόσμου. Δεν θα πω ποια. Όχι που δεν ξέρω (αφού τα ξέρω όλα), αλλά που είναι διαφορετικά για όλους.
Και όχι μόνο αυτό (έχω κι άλλο), αλλά αλλάζουν και κάθε μέρα.
Σήμερα ας πούμε σημαντικό μπορεί να είναι να γράψεις στον κουμπιούτερα ότι κατεβάσει το μυαλό σου και να προκαλέσεις χαμόγελα και δημιουργικές σκέψεις σε όσους τα διαβάσουν.
Αύριο θα είναι να πας για καφέ με έναν φίλο ή εχθρό (στην δεύτερη περίπτωση συνίσταται και μια δόση ποντικοφάρμακο).
Μεθαύριο να καταφέρεις να πάρω αυτή τη ρημάδα τη στροφή με το αμάξι για να μην πάει 40 η πίεση του εκπαιδευτή σου.
Αν κάθεσαι τώρα να ψιλολογάς το παραμικρό και να το κρατάς μέσα σου, να το δουλεύεις και να στενοχωριέσαι, θα πλαντάξεις πριν της ώρας σου (η οποία υπολογίζεται σε 70 χρόνια από τώρα κατά τις 5.30 το απογευματάκι).

Εντάξει. Άντε, φύγε τώρα πάλι, για να επιστρέψει το διαβολάκι.

Υ.Γ. Επίσης, το Σάββατο σημαντικό θα είναι να μαζευτούμε καλή παρέα στην συνάντηση. Έλα, προσέλευση θέλω!

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 18, 2006

Ξεμπροστιάζω...

Θα αντισταθώ στον πειρασμό. Θα δείξω χαρακτήρα. Είναι σωστό τώρα να αρχίσω να σχολιάζω όλους όσους είχα την ευτυχία, και την τιμή, και την χαρά, και την συγκίνηση να γνωρίσω στην μίνι συνάντηση του Σαββάτου που μας πέρασε; Όχι πείτε, είναι σωστό;
Τι, ν' αρχίσω τώρα να σχολιάω τον καθέναν τους; Μα θα τους εκθέσω (όχι στην ΔΕΘ, αυτή τελείωσε ψες) και δεν είναι σωστό, δεν είναι πρεπό!
Οπότε; Τι να κάνω; Να καταπιέσω την βαθιά επιθυμία που με ταλανίζει; Κι άμα πάθω τίποτα; Άμα σκάσω;
Α όχι, σας αγαπώ, σας εκτιμάω, αλλά μπροστά στην υγεία μου δεν καταλαβαίνω τίποτα!
Ναι, αλλά οι αρχές μου; Να βγάλω στην μέση κόσμο, δεν το σηκώνει η τσίπα μου.


Χμμ, για να σκεφτώ λίγο... Αν δεν πω ονόματα, δεν μετράει για ξεμπρόστιασμα, έτσι δεν είναι;;

Λοιπόν, οι συμμετέχοντες μπλογκοσυνάδελφοι ήταν εφτά τον αριθμό (πώς λέμε εφτά νάνοι, εφτά κατσικάκια, εφτά κακά της μοίρας, λεφτά χωρίς το λου), συν μία εγώ (πώς λέμε μια ζωή την έχουμε κι αν δεν την γλεντήσουμε τι θα καταλάβουμε τι θα καζαντίσουμε). Το όλον οχτώ, έρχομαι να αθροίσω προς διευκόλυνση των μαθηματικώς αδυνάμων.

Κάποιος απ' όλους ήρθε από τον Νότο και διατυμπάνιζε αριστερά και δεξιά ότι είναι υπουργός (εξού και μόλις του έκανα χειραψία ξαναμέτρησα τα δάχτυλά μου για να βεβαιωθώ ότι δεν βούτηξε κανένα στη ζούλα. Δεν το έκανε. Δράττομαι ωστόσο της ευκαιρίας να τον παρακαλέσω να μου επιστρέψει το μονόπετρο μου. Ήταν οικογενειακό κειμήλιο.). Δεν ήπιε καθόλου αλκοόλ (αν και κάποια στιγμή που δεν κοιτούσε κανείς τον είδα να βγάζει ένα ύποπτο φλασκί από την τσέπη του και να ενισχύει μουλωχτά το περιεχόμενο του ανθρακούχου ροφήματός του). Μας έκοβε όλους από την κορφή ως τα νύχια και είχε μονίμως το βλέμμα του τύπου "χι χι, θα σας δείξω εγώ, θα δείτε τι θα πάθετε". Ένα έχω να πω: τη ρουφιανιά πολλοί ηγάπησαν, τον ρουφιάνο ουδείς.

Κάποιος απ' όλους μου θύμιζε έναν γείτων-α μου, δεν ξέρω γιατί και μη με ρωτάτε, μη με πιέζετε, δεν ξέρω γιατί μου θύμιζε έναν γείτων-α, γείτων-α, γείτων-α (επαναλαμβάνω τρις μήπως καταστώ σαφής). Καθόταν ανέκφραστος φορώντας ένα άκακο προσωπείο, πίσω από το οποίο το διαπεραστικό μάτι μου μπόρεσε να διακρίνει την δόλια προσωπικότητά του. Είχε να πει έναν κακό λόγο για όλους, και περιέργως ήταν αυτός που παρέμεινε απόλυτα νηφάλιoς ασχέτως της ποσότητας οινοπνευματωδών που καταναλώθηκαν. Υποψιάζομαι ότι αντί να πίνει έριχνε το ποτό του στην γλάστρα που βρισκόταν ακριβώς από πίσω του (πρέπει να την είχε κουβαλήσει από το σπίτι του επί τούτου) για να διατηρήσει την διάυγειά του και να καταγράψει την πνευματική κατάπτωση των υπολοίπων και να μας ρεζιλέψει. Να ξέρει όμως, ότι εγώ την επήρα πρέφα από νωρίς!

Κάποιος απ' όλους μια μέρα όταν ήταν μικρός πήγε να ζητήσει χαρτζιλίκι από τον παππού του, και ο παππούς του δεν φορούσε τα γυαλιά τους και δεν κατάλαβε και αντί να του δώσει ένα πεντακοσάρικο, ως όφειλε, μπερδεύτηκε και του είπε "ουστ από δω, βρωμόγατο!". Κι από τότε αυτό το παιδάκι δεν είχε όνομα. Για να ξεπεράσει αυτό το παιδικό τραύμα άφησε μαλλιά μήπως και αυτά του χαρίσουν ένα νέο παρατσούκλι και ξεχάσουν όλοι το παλιό. Δεν τα κατάφερε. Κι επειδή όμως όλα τα υπόλοιπα αγοράκια των ζήλευαν, γιατί αυτωνών οι γονείς τα κούρευαν κάθε δύο βδομάδες, δεν του μιλούσαν. Γι' αυτό ο φίλος μας ανέπτυξε μια πολύ καλή σχέση με το άλλο φύλλο. Μόνο που του έμεινε το κουσούρι κι εξακολουθεί να κινείται στις ηλικίες εκείνης της εποχής. Δεν πειράζει όμως, μετά την Κορκολή είμαστε όλοι πολύ ανεκτικοί σε τέτοια πράγματα.

Κάποιος απ' όλους ανέβασε το επίπεδο της παρέας χαρακτηριστικά. Ήρθε με το λεξικό του Μπαμπινιώτη παραμάσχαλα, αφήνοντας στον αέρα υπονοούμενα για την πραγματική πατρότητα του γλωσσολογικού αυτού πονήματος. Ισχυρίστηκε ότι το ψευδώνυμό του πηγάζει από μια ισπανική λέξη που σημαίνει "τίποτα", αλλά εγώ γνωρίζω ότι στην πραγματικότητα ανέκαθεν νόμιζε ότι το πρώτο συνθετικό του αγαπημένου του αναψυκτικού έχει τις ρίζες του σε γνωστή τραγουδίστρια που ουδόλως του αρέσει. Έτσι, σε πείσμα του διαφημιστικού αυτού τεχνάσματος, αντί να παραγγέλνει βυσσινάδα, παραγγέλνει σκέτη νάδα (τώρα τι του φέρνουν, δεν γνωρίζω). Και μην αναρωτηθείτε που τα ξέρω εγώ αυτά. Αφού βρε ανακαλύψαμε ότι γνωριζόμασταν παιδιόθεν, και αυτή η συνάντηση στάθηκε αφορμή να ξαναβρεθούμε πολλά χρόνια μετά. Βρε τι σου είναι η ζωή...

Ε, για τα κορίτσια τώρα τι να πω. Συμπαθέστατα και τα τρία. Μόνο καλά έχω να πω, και καμία σχέση δεν έχει που είναι γυναίκες. Εγώ φταίω που είμαστε όλες τέλειες;

Πρέπει ωστόσο, για τον ιστορικό του μέλλοντος, να καταγράψω ότι η άστεγη ηρωίδα του Πόε έφυγε νωρίτερα απ' όλους προς άγνωστη κατεύθυνση, πράγμα που είναι σαφώς κατακριτέο, αλλά δικαιολογείται γιατί ο μέσος όρος ηλικίας, τον οποίο είχε ρίξει βάρβαρα, επανήλθε σε πιο φυσιολογικά επίπεδα.

Η θαυματουργή μάγισσα μας ενημέρωσε πρόθυμα για διάφορα μπλογκοθέματα, ενώ έλυσε όλες τις τεχνολογικές μου απορίες τσάμπα. Κανονικά θα έπρεπε να της κάνω ένα μεγαλοπρεπές δώρο προς ανταπόδοση. Αλλά γιατί να ξοδευτώ, ας χρησιμοποιήσει το ραβδί της να αποκτήσει ό,τι θέλει, ορίστε μας!

Για το τέλος άφησα την πιο φρέσκια (σε συμμετοχή εννοώ, σε επιδερμίδα ήμουν σαφώς εγώ), ξέρετε, αυτήν που γυρνάει όταν την φωνάζουν περίεργη μάρκα στυλού (ναι, το στυλό - του στυλού). Κάτι μου λέει ότι κυκλοφορούσε όλον αυτό τον καιρό ανάμεσά μας με διαφορετικό ψευδώνυμο, και τώρα μας εμφανίστηκε τάχατες ως καινούρια για να θολώσει τα νερά. Μασάω εγώ από κάτι τέτοια;;

Άντε βρε, εις το επαναμήτινγκ!

Υ.Γ. Είπα τίποτα; Δεν είπα τίποτα!

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 15, 2006

Αναδημοσιεύω...

Αυτό ήταν.
Το καλοκαίρι μας άφησε χρόνους και θα κάνουμε να το ξαναδούμε τόσο χρόνο, όσο κάνει να γεννηθεί ένα παιδί (εξόν αν το παιδί είναι πρόωρο, οπότε θα το ξαναδούμε κομματάκι νωρίτερα, δια τούτο καλό θα ήταν να μην αφήσουμε την αγορά των θερινών αξεσουάρ για την τελευταία στιγμή).
Σεπτέμβριος λοιπόν. Μήνας που (εσάς θα σας το εξομολογηθώ γιατί σας εμπιστεύομαι), όταν μπαίνει δημιουργείται πάντα βαθιά μέσα μου ένα άγχος. Νομίζω ότι θα πάω σχολείο.
Δεν μου άρεσε το σχολείο. Βέβαια, αναγνωρίζω ότι θα ήταν πιο ρομαντικό να έλεγα ότι μου λείπει και θα ήθελα πολύ να ήμουν πάλι μαθήτρια κι όλα αυτά τα συμπαθητικά. Αλλά τι να κάνω τώρα. Δε μου άρεσε.
Ωστόσο, αν θέλω να είμαι απόλυτα ειλικρινής (και εννοείται ότι θέλω, μην με περάσετε και για κανένα ψευτρόνι στα καλά καθούμενα), πρέπει να ομολογήσω ότι δεν ήταν έτσι από την αρχή. Όλα κι όλα, η αλήθεια να λέγεται.
Τα προνήπια μου άρεσαν. Τα νήπια κάπως λιγότερο. Το δημοτικό ε, πώς να το πω, μάλλον καθόλου. Δηλαδή τι καθόλου. Ντιπ.
Κι από ‘κει και πέρα το ίδιο. Ν’ ανοίξει η γης να με καταπιεί.Όχι ότι δεν υπήρχε και η θετική πλευρά.
Αχ, το πόσο μ’ άρεσαν τα σχολικά ψώνια! Μολύβια, μολυβάκια, σβηστρούλες, ξυστρούλες, τετραδιάκια και όλα τα άλλα κομφόρ δια νεαρούς σπουδαστάς. Άπαξ και αρχίνιζε η σχολική χρονιά, έτρεχα με την μαμά μου χεράκι – χεράκι (ε τι να έκανα, να την άφηνα να περάσει τον δρόμο μόνη της;) στα βιβλιοχαρτοπωλεία για όλες τις σχετικές προμήθειες.
Μπορούσα να διαλέγω σχέδια και χρώματα ώρες ολόκληρες, σαφώς πάντα με γνώμονα το κόστος και την ποιότητα και βεβαίως μετά την απαραίτητη έρευνα αγοράς (άλλη μια πρώιμη ένδειξη που φανέρωνε ότι ίσως έπρεπε τελικά να προσανατολιστώ στα οικονομικά ή το μάρκετινγκ).Αυτό ήταν μάλλον και το μοναδικό πράγμα που μου έδινε λίγη χαρά στην όλη υπόθεση.
Κατά τα άλλα, ο χρόνος δεν περνούσε ο ρημάδης, δεν περνούσε ο άτιμος.
Από κουδούνι έναρξης μέχρι κουδούνι λήξης κρατούσα με αγωνία την αναπνοή μου (σχήμα λόγου σαφώς, ειδάλλως δεν θα ήμουν μαθήτρια, θα ήμουν πρωταθλήτρια υποβρυχίων καταδύσεων).
Κι άντε μετά πήγα σπίτι.
Με το άγχος να φάω (με ρέγουλα φυσικά, μη φανταστείτε), με το άγχος να δω λίγη τηλεόραση (ε δεν είχε και πολύ πράμα τότες, φτώχια κατηραμένη), με το άγχος να παίξω (ωσάν παιδί κι εγώ), αφού ήμουν υποχρεωμένη να προετοιμαστώ για την επόμενη μέρα.
Τι νόημα είχε;
Ούτως η άλλως ήταν επιστημονικά αποδεδειγμένο ότι θα σηκωνόμουν για μάθημα την μοναδική ενδεχομένως μέρα που δεν θα είχα διαβάσει αρκετά.
Οπότε, προς τι ή πίεση;
Δεν θέλω να συνεχίσω. Στενοχωριέμαι. Και δεν είναι που στενοχωριέμαι εγώ (εγώ γερό σκαρί είμαι δεν παθαίνω τίποτα), είναι που σας ψυχοπλακώνω και εσάς. Εξόν αν ανήκετε στην κατηγορία των ευγενών νοσταλγών της καταναγκαστικής εκπαιδευτικής δωδεκαετίας, οπότε φαντάζομαι κάπου εδώ θα παρατήσετε το άρθρο για να πάτε να ξεφυλλίσετε το άλμπουμ των νεανικών σας χρόνων με λαχτάρα. Στο καλό και να μας γράφετε.
Λοιπόν για να τελειώνουμε : δεν έχω σχολείο. Έχω τελειώσει το σχολείο. Δεν έχω σχολείο.
Θα μπορούσα να το επαναλάβω πολλές φορές ακόμη μέχρι να το χωνέψω, αλλά δεν θα το κάνω. Και δεν θα το κάνω, διότι θα έτρωγα όλο τον υπόλοιπο χώρο, με αποτέλεσμα να μου κάνουν έξωση. Είδα κι έπαθα να βρω μια ταλαίπωρη στέγη, να την χάσω έτσι άδοξα;
Αφού ούτως ή άλλως, τώρα έχω μεγαλώσει πια. Πάει αυτή η υποχρέωση, έφυγε από το κεφάλι μου.
Τώρα δεν έχω κουδούνι.
Έχω ρολόι.
Από ώρα έναρξης μέχρι ώρα λήξης κρατάω με διακριτικότητα την αναπνοή μου (επανάληψη του προαναφερθέντος σχήματος λόγου, σαφώς σκόπιμη προκειμένου να καταδείξει την συνέπεια λόγου και πράξεων που με διακρίνει).
Κι άντε μετά πήγα σπίτι.
Όπως - όπως να φάω (ό,τι έχει απομείνει από χθες, ποιος μαγειρεύει κάθε μέρα), με το άγχος να δω λίγη τηλεόραση (να ξεχαστώ κομμάτι από τα δικά μου), με το άγχος να ξεκουραστώ (να οριζοντιώσω μια στάλα αυτό το ταλαίπωρο κορμί που με κουβαλάει).
Ξέρω, ξέρω, θα βιαστείτε κάποιοι να πείτε ότι η ρουτίνα θυμίζει κάτι από την σχολική.Θα σας διαψεύσω πάραυτα. Υπάρχει μια βασική διαφορά : δεν έχω πλέον την υποχρέωση να προετοιμαστώ για την επόμενη μέρα.
Τι νόημα έχει;
Ούτως η άλλως είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο ότι θα είναι λίγο πολύ ίδια με την προηγούμενη.
Οπότε, προς τι ή πίεση;

Υ.Γ. Δεν σας είχα υποσχεθεί να μοιραστώ μαζί σας το άρθρο που θα έγραφα σ' εκείνο το περιοδικό που σας έλεγα; Οι Θεσσαλονικείς λοιπόν μπορείτε να προμηθευτείτε το "Libre" και να το θαυμάσετε (ου ψώνιο!) και τυπωμενο.

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 13, 2006

Δένομαι...

Μάλλον δεν μίλησα πολύ ξεκάθαρα. Ίσως ήμουν λίγο ασαφής και νεφελώδης. Δια τούτο και σπεύδω να ξεκαθαρίσω πάραυτα το εξής : δεν εννοώ να ξεκόψω με κανέναν εκλεκτό συνάνθρωπό μου στα καλά των καθουμένων.
Επαναλαμβάνω (για να γίνω δεόντως αντιληπτή), στα καλά των καθουμένων. Για ο,τιδήποτε κάνει η υποφαινόμενη (δηλαδή εγώ, αλλά δεν είναι ωραίο στα γραπτά να λέμε εγώ, για να σας το λέω εγώ κάτι ξέρω) έχει έναν πολύ καλό λόγο.
Και τώρα ενδεχομένως να βιαστείτε να αναρωτηθείτε τι συνιστά για μένα αιτία για διακοπή μιας οιασδήποτε σχέσεως.

Το βασικότερο θα έλεγα, είναι όταν στην ουσία ο λόγος που δημιούργησε την σχέση δεν ήταν ποτέ δυνατός. Δηλαδή να εξηγηθώ.
Πολλές φορές αυτό που μας φέρνει αρχικά κοντά σε έναν άνθρωπο δεν είναι ιδιαίτερα βαθύ, είναι φεριπείν επιφανειακό, που χου διαμεσολάβηση τρίτων, εξωτερικά χαρακτηριστικά, επαγγελματικές υποχρεώσεις, συμπτώσεις ή δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο. Ε, έρχεται κάποια στιγμή που ο λόγος αυτός εκλείπει.
Εάν στο ενδιάμεσο στάδιο δεν έχει χτιστεί μια πιο ουσιαστική σχέση που να δένει τους δύο ανθρώπους (το δένει μεταφορικά, κυριολεκτικά δεν είναι σχέση είναι κορδόνι), τότε αυτό που μένει είναι ρηχό, τυπικό.
Δεν μπορεί να κρατήσει για πολύ, εκτός εάν συγκαταλέγεται κανείς στους ανθρώπους που αρέσκονται να έχουν στην ζωή τους σχέσεις έτσι για να τις έχουν.
Εγώ (σας έχω πει να μην λέτε εγώ, εκεί εσείς, τον χαβά σας) δεν ανήκω σ' αυτήν την κατηγορία. Θέλω με όλους τους ανθρώπους που είναι στον περίγυρό μου, ακριβώς επειδή τους έχω επιλέξει, να υπάρχουν κοινά στοιχεία που να μας κρατάνε μαζί. Όχι συνήθειες. Ουσία.

Υ.Γ. Εξηγήθηκα δεόντως, ή θα παρεξηγηθώ πάλι;;

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 11, 2006

Ξεκόβω...

Πάντως, αυτός ο λαός μας πολύ σοφός. Μπράβο του βρε παιδί μου. Τον παραδέχομαι (κι άμα παραδεχτώ εγώ κάποιον δεν έχει να περιμένει περαιτέρω καταξίωση).
Οι άνθρωποι λέει είναι σαν τα γραμματόσημα, όσο πιο πολύ τους φτύνεις, τόσο πιο πολύ κολλάνε (το παραφράζω ελαφρώς, αυτές τις φήμες που έχουν περιορίσει την ισχύ του ρητού μόνο σε γυναίκες δεν τις συμμερίστηκα ποτέ μου).
Από καιρού εις καιρόν (ουάου, τι λόγιες εκφράσεις που κατέχει αυτή η κοπέλα) αποφασίζω να κόψω επαφές με κάποιους ανθρώπους. Για διάφορους λόγους, ας μην το αναλύσουμε τώρα, θα παρεκκλίνουμε από το θέμα που πασχίζω να κρατήσω σε κάποια σουλουπωμένα πλαίσια.

Και τι κάνεις για να κόψεις παρτίδες με έναν άνθρωπο;
Δεν παίρνεις τηλέφωνο, δεν δίνεις τηλέφωνο (τι αστείο!). Επαφή γιοκ. Ε, λες, με τη μια, με τις δύο, θα το πάρει χαμπάρι και θα τελειώνουμε. Αμ έλα όμως που δεν το παίρνει!
Ένα τηλέφωνημα.
Δεν απαντάω.
Δεύτερο τηλεφώνημα.
Εμμένω με την σταθερότητα που με διακρίνει γενικά σαν χαρακτήρα.
Τρίτο τηλεφώνημα.
Θέλω να το σηκώσω και να τον /την διαολοστείλω. Θυμάμαι ότι έχω τρόπους και δεν το κάνω. Συγκρατούμαι.
Τέταρτο τηλεφώνημα.
Για να μην αλλάζω νούμερο, λύση έσχατη και ελαχίστως επιθυμητή, στέλνω ένα κοφτό μήνυμα.
Πέμπτο τηλεφώνημα

Δε θέλω να γίνω εγκληματίας. Κρίμα είναι κι αμαρτία. Έχω πολλά να κάνω ακόμη στη ζωή μου.
Αρχίζω την ίδια διαδικασία από την αρχή μέχρι τελικής πτώσεως.
Τι να κάνω; Να μιλήσω και να αρχίσουμε τις συνεξηγήσεις και τα σχετικά;

Συνήθως οι άνθρωποι δεν αντιδρούν καλά σε τέτοια, αρνούνται τα πάντα. Και ακόμη και αν τα δεχτούν, φρονώ ότι τέτοιες συζητήσεις έχουν νόημα όταν θέλεις να δώσεις συνέχεια σε μια σχέση. Όταν δεν θέλεις, προς τι η ταλαιπωρία;

Υ.Γ. Μη με πείτε σκληρή. Έχω κι εγώ την ευαίσθητη πλευρά μου (απλώς είναι καλά κρυμμένη)...

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 08, 2006

Συνομιλώ...

Το έχω παρατηρήσει. Άλλο ο άντρας, άλλο η γυναίκα (παρατηρητικότητα που σου την έχω όμως!).
Στην συμπεριφορά εννοώ. Την απλή, την καθημερινή επικοινωνία που έχουμε εμείς τα ανθρώπινα όντα. Στο σπίτι, το γραφείο, τα μαγαζιά, τα μπαρ, τους συνεμάδες, παντού.

Δηλαδής: την καλημέρα, αλλιώς την λέει ένα αγοράκι σε ένα κοριτσάκι, αλλιώς ένα αγοράκι σε ένα αγοράκι, αλλιώς ένα κοριτσάκι σε ένα αγοράκι, αλλιώς ένα κοριτσάκι σε ένα κοριτσάκι (αχού, ζαλίστηκα!).
Γνώμη μου είναι ότι τα πράγματα θα πήγαιναν γενικώς πολύ καλύτερα στον κόσμο, αν όλα τα πάρε δώσε απανταχού συμπεριλάμβαναν αρσενικό και θηλυκό απαραιτήτως (επίτηδες δεν λέω αντρικό και γυναικείο φύλο, αυτά τα πράγματα είναι τόσο σχετικά στις μέρες μας...). Πώς μου ήρθε αυτό;
Να, σκέφτομαι τώρα (κι άλλες φορές, απλώς τώρα εκδηλώνομαι), από το πρωί μίλησα με ένα σωρό ανθρώπους. Τι να πω, δεν ξέρω αν είναι η ιδέα μου (που κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι είμαι στον κόσμο μου, ψέμα ασύστολο), αλλά όσες φορές ο συνομιλητής μου είχε όνομα που το άρθρο μπροστά του ήταν "ο", μιλούσε πιο ευγενικά, πιο καλοσυνάτα, ήταν πιο ευπροσήγορος βρε αδερφέ.

Όσες φορές το άρθρο πριν το όνομα ήταν "η", οι συνομιλίες ήσαν πιο κοφτές, πιο αναγκαστικές. Δεν μιλάω για το σύνολο σαφώς, για την πλειοψηφία όμως σίγουρα.
Και αυτό το παρατηρώ γενικώς στις συναναστροφές, αν και φρονώ ότι πολλές φορές συμβαίνει μάλλον υποσυνείδητα (τόσα χρόνια ψωμί, νερό και Φρόυντ, χαμένα θα πήγαιναν;). Ενδιαφέρον ε;

Υ.Γ. Τι να πεις, όταν δεν έχει δουλειά ο άνθρωπος, κάθεται και αναλύει...

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 06, 2006

Πληκτρολογώ...

Είμαι ένα φτωχό πλην τίμιο πληκτρολόγιο. Στην αρχή ήμουν καθαρό, άσπρο (δεν είναι ρατσιστικό υπονοούμενο αυτό, απλά έτσι έλαχε) και αμόλυντο. Μετά, με ανοίξανε, με βγάλανε απ' το κουτί μου, με ξεντύσανε από το σελοφάν μου και με παραδώσανε στα χέρια μιανής. Κοπέλας. Δεν μπορώ να πω, καλό κορίτσι, από σπίτι.
- Ευχαριστώ.
Παρακαλώ. Με προσέχει, όμορφα μου συμπεριφέρεται, καλούτσικα τα περνάω. Απλά, νιώθω ότι θέλω να μιλήσω. Ήρθε η ώρα να μιλήσω κι εγώ. Αν μπορεί η καλή μου ιδιοκτήτρια να μου επιτρέψει να εκφραστώ;
- Παρακαλώ.
Η καλοσύνη της όμως! Εγώ που λέτε, ανήκω σε ένα πολύ ταλαιπωρημένο είδος. Μας αγοράζει ο κάθε πικραμένος έναντι ενός τιμήματος ευτελούς θα μπορούσα να πω, και μας βάζει κάτω και πατάει ένα ένα τα μέλη μας, για να πει το κονδό του και το μακρύ του. Και δε λέω, αυτή είναι η δουλειά μας, σ' αυτό εξυπηρετούμε και δεν γκρινιάζω γι' αυτό βρε αδερφέ.

Αλλά, να σε βοηθήσω ρε φίλε, όταν έχεις πραγματικά κάτι να δώσεις στον έξω κόσμο. Όταν δεν έχεις, κι αναμασάς, και γκρινιάζεις, και κουράζεις, εγώ τι σου φταίω; Γιατί δεν τα γράφεις σε μαγνητόφωνο να ξεκουραστούμε κι εμείς τα δόλια μια στάλα;;
Κι επειδή γνωρίζω ότι το λακωνίζειν εστί φιλοσοφείν, θα τελειώσω αυτή την μικρή μου επανάσταση εδώ, ελπίζοντας να βοήθησα λιγάκι να αλλάξει αυτή η τραγική κατάσταση που απειλεί την φάρα μου.

Υ.Γ. Εκ της ταπεινής ιδιοκτήτριας : γιατί βρε τσαμένα πληκτρολογιάκια δεν κάνετε μια πορεία διαμαρτυρίας στην ΔΕΘ;

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 04, 2006

Στριφογυρίζω...

Δεν κοιμάμαι καλά, δεν κοιμάμαι καλά (το λέω δις για να καταλάβετε ότι το θέμα είναι λίαν σοβαρό).
Βλέπω άσχημα ονείρατα. Βρε με αρρώστιες, βρε με κυνηγητά, βρε με καυγάδες, ταινίες ολόκληρες. Στριφογυρίζω από ‘δω, στριφογυρίζω από 'κει, ξαναστριφογυρίζω από ‘δω, ξαναστριφογυρίζω από 'κει (από το πολύ το στριφογύρισμα, πού με χάνεις πού με βρίσκεις φαρδιά πλατιά στο πάτωμα καταλήγω να ξυπνάω).
Γι’ αυτό σας λέω, κάτι πρέπει να γίνει. Αφού να φανταστείτε, φτάνει το βράδυ και δεν θέλω να κοιμηθώ γιατί ξέρω ότι θα χαλαστώ.
Και μη μου πείτε τώρα ότι αυθυποβάλλομαι. Θα σας διαψεύσω. Ίσα ίσα, που πριν κλείσω τα μάτια μου και παραδοθώ σύσσωμη στην αγκαλιά του Μορφέα (και μη με κατηγορήσετε, διατηρώ μόνιμο δεσμό μαζί του από γεννησιμιού μου), κάνω στον εαυτό μου αυτοπαραμύθιασμα.

Προσπαθώ να σκέφτομαι όμορφα πράγματα, να καθαρίζω το μυαλό μου και να προϊδεάσω τον εγκέφαλό μου ώστε να ονειρευτεί ωραίες εικόνες, να ακούω ήρεμη μουσική, να διαβάσω κάτι ευχάριστο και χαλαρωτικό, μπας και λειτουργήσουν όλα αυτά ωσάν ακίνδυνο υπνωτικό.
Ντουβάρι. Τα ίδια αγχωτικά επεισόδια έρχονται και συνταράσσουν το είναι μου, κατά τρόπο τέτοιο ώστε όταν ξυπνάω να νιώθω ένα βάρος να (με το συμπάθιο) στο στέρνο μου. Βέβαια, μόλις συνειδητοποιώ ότι όλα αυτά που συνέβησαν δεν ανήκαν στην σφαίρα του πραγματικού, μια ανακούφιση την νιώθω.

Αλλά συνήθως με επηρεάζουν τόσο πολύ, που κουβαλάω κακή διάθεση για όλη την υπόλοιπη ημέρα. Κι όχι τίποτα άλλο, άντε μετά να εξηγείς γιατί είσαι σαν την κακή χαρά!

Υ.Γ. Μωρ' μπας και μου την έχει σκαρώσει ο Μόρφος;;

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 01, 2006

Ξεσκαρτάρω...

Έχω μια τακτική. Δεν την εφαρμόζω πολύ συχνά, δυο - τρεις φορές το χρόνο περίπου (όχι ότι κρατάω και ημερολόγιο). Η αλήθεια είναι ότι θέλει γερό στομάχι, καθόσον είναι ολίγον ψυχοφθόρος.
Δημιούργησα αρκετό σασπένς για πρόλογο; Ωραία. Μπαίνω γλήγορα - γλήγορα στο θέμα (διότι φαντάζομαι πως δεν είμαι η μόνη που βαριέται τους προλόγους).
Συχνά πυκνά λοιπόν, προσπαθώ να ξεσκαρτάρω τους ανθρώπους του περιβάλλοντος μου. Χμμ, μάλλον δεν είμαι αρκετά σαφής. Τους ξεκαθαρίζω, πώς να το πω... Λοιπόν, μην το παιδεύω, ακούστε τι κάνω και θα καταλάβετε (αφού είστε σπίρτα αναμμένα βρε!).
Κατά καιρούς, σταματάω να επικοινωνώ με όλους, φίλους και γνωστούς. Κι όταν λέω να επικοινωνώ, εννοώ με τηλέφωνα και μηνύματα.

Περιμένω. Θέλω να δω πότε θα φιλοτιμηθούν αυτοί να με θυμηθούν από μόνοι τους. Εκεί αντιλαμβάνομαι και πόσα απίδια βάνει ο σάκος.
Υπάρχουν αυτοί που θα με ψάξουν όπως και να 'χει, οι κοντινοί φίλοι ας το πούμε. Αυτοί που δεν θα μετρήσουν ποιος πήρε τελευταίος για να δούνε ποιανού σειρά είναι.
Αυτούς τους ονομάζω "βράχους".
Υπάρχουν αυτοί που όντως θα κάτσουν να μετρήσουν ποιος πήρε τελευταίος για να δούνε ποιανού σειρά είναι. Αν είναι η δική τους καλώς. Θα σκάσουν μύτη. Ωραία ως εδώ. Στην περίπτωση που δεν απαντήσω ωστόσο, δεν θα πολυαγχωθούν. Θα πούνε δε βαριέ, καλά θα είναι. Θεωρητικώς όμως εγώ μπορεί να έχω πέσει σε μαύρη μελαγχολία. Πού το ξέρουν αυτοί;
Αυτούς τους ονομάζω "αερικά".
Αν δεν είναι σειρά τους, θα το ζυγίσουν κομματάκι και θα κάνουν ότι τους φωτίσει ο Μεγαλοδύναμος. Ή θα δώσουν σήμα ζωής, ή θα κρατήσουν πείσμα περιμένοντας να δώσω σήμα ζωής πρώτη εγώ. Κι αν πέθανα; Πού το ξέρουν αυτοί;
Αυτούς τους ονομάζω "σήμερα_είναι_αύριο_δεν_είναι" (το παραδέχομαι, είναι ολίγον φλύαρη ονομασία, αλλά εξυπηρετεί στο να περιγράψει επακριβώς την εν λόγω κατηγορία).
Κάπως έτσι έχει η κατάσταση, χονδρικώς. Δεν θα μπω σε υποπεριπτώσεις. Θα το αφήσω για σας αυτό, να έχετε κάτι να κάνετε στον ελεύθερο χρόνο σας.
Καλώς, κακώς, δεν γνωρίζω. Εγώ πάντως το κάνω. Και τι βγαίνει; Κάθε φορά το ταμείο μένει ελαφρώς μείον, αλλά πάλι νιώθω ότι καταλήγω κερδισμένη. Ποτέ δεν ήθελα περιττά πράγματα γύρω μου...

Υ.Γ. Σοβάρεψα λιγάκι παραπάνω σήμερα ή είναι η ιδέα μου;;

feed me more stupidity