Θεριό Ανήμερο...

Ποιος είδε το Θεριό και δεν το φοβήθηκε;Ε;; Ποιος;;

Κυριακή, Ιανουαρίου 25, 2009

Σιγοσβήνω...

Δεν μπορώ να καταλάβω πως είναι δυνατόν στις χαραυγές του 21ου αιώνα να χάνεται έτσι ένας άνθρωπος.
Δεν το χωράει το μυαλό μου.
Δεν το σηκώνει η τσίπα μου.
Κι όμως.
Η φυματίωση σιγοτρώει τα σωθικά μου. Το μόνο που με παρηγοράει ελαφρώς, είναι η σκέψη ότι αυτός ο κατηραμένος βήχας πρέπει να είναι αυτός ο ίδιος που έφαγε όλους τους μεγάλους συγγραφείς κει στη Σιβηρία. Καταραμένη υγρασία που καταβροχθίζεις ωσάν το σαράκι όλους τους ανθρώπους του πνεύματος.
Διότι σαν το πνεύμα έχω καταντήσει. Σαν το φάντασμα να το πω πιο λαϊκά για να με πιάσουν τα χαμηλότερα στρώματα (σάματις με παρακολουθούν τα αψηλότερα;).
Είναι πολλές μέρες που με ξυπνάει ο βήχας. Νιώθω το λαρύγγι μου να γδέρνεται θαρρείς κι είναι φρεσκοκομμένο μάρμαρο που του ‘λαχε να κάνουν πάνω του δοκιμαστική παρέλαση όλα τα δημοτικά σχολεία Βορείου Ελλάδος με δωδεκάποντο (αγόρια και κορίτσια, ή έχουμε ισότητα ή δεν έχουμε).
Χθες βράδυ, δεν πήγαινε άλλο. Αναγκάστηκα να σηκωθώ, καθόσον αν έμενα λίγο ακόμη στο οριζόντιο το ρεσιτάλ μου θα ανάγκαζε τους τρυφερούς μου γείτονες να καταφύγουν στα έννομα μέσα προκειμένου περί να βρουν την ησυχία τους.
Οι άκαρδοι, οι άπονοι, οι ξετσίπωτοι.
Μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι.
Νέοι άνδρες στη βουλή.
Σηκώθηκα λοιπόν, δρόμο πήρα δρόμο αφήκα, κατευθύνθηκα προς το σαλόνι.
Αρχικά άνοιξα την τηλεόραση, αλλά δεν είχε τίποτα άλλο εκτός από καλώδια και την ξαναέκλεισα.
Σε δεύτερο στάδιο την άναψα. Στο τσαφ την πρόλαβα να μην λαμπαδιάσει σαν φουφού του καστανά στάχτη να γίνεις σατανά.
Σαν κίνηση ματ απεφάσισα να την θέσω σε λειτουργία.
Έκανα μια τσάρκα. Ρε φίλε, απίστευτο μιλάμε.
Τα περισσότερα παίζανε σίριαλ ή ταινίες με κεντρικό συστατικό έναν δολοφόνο (όχι ότι σκιάζομαι, αλλά θα προτιμούσα παρέα βαρβάτη για τέτοια ενασχόληση), ή επανάληψη πρωινής εκπομπής (κονσέρβες δεν τρώω, με συντηρητικά δεν τρέφομαι), ή τελεμάρκετινγκ (το δοκιμαστήριο κατά που πέφτει;).
Και δώστου ο βήχας να με ξαναθυμάται συχνά πυκνά, και δώστου να πονάει το κεφάλι μου με κάθε ταρακούνημα και να μετράω τις ώρες μου αντίστροφα.

Φτου. Από την ώρα που ξεκίνησα να αποτυπώνω τον πόνο μου στον κουμπιούτερ, έχει περάσει μετά βίας ένα μισάωρο. Αμ δεν κάνουμε δουλειά έτσι.

Δεν είναι, έχω να γράψω και τη συνέχεια της εξορμήσεως που έλεγα. Για τέτοια είμαστε τώρα…


Υ.Γ. Δικαιολογίες. Πείθω;

Δευτέρα, Ιανουαρίου 19, 2009

Εξορμώ...

Δεν θα ήταν υπερβολή να παραδεχτώ ότι έχω μια ροπή προς το κακό τάιμινγκ.
Αν υπάρχει ένα διάγραμμα που δείχνει την χειρότερη χρονική στιγμή να κάνω κάτι μέσα στη μέρα, τη βδομάδα, το εξάμηνο, το χρόνο (μπορώ να το πάω μέχρι τη χιλιετία, αλλά φαντάζομαι το πιάσατε το νόημα), αυτή ακριβώς η στιγμή είναι και αυτή που θα διαλέξω.
Άθελά μου φυσικά, καθόσον ο μαζοχισμός ουδεμία σχέση έχει μεθ' ημών.
Προχθές λοιπόν, το πρώτο Σάββατο μετά την επίσημη έναρξη των εκπτώσεων, αποφάσισα να πάω βόλτα στην αγορά.
Οι φορές που κατεβαίνω Σάββατο είναι μετρημένες, διότι η σοφία των ετών με έχει μάθει ότι οι καθημερινές είναι σαφώς καταλληλότερες και για βόλτες, και για ψώνια.
Δηλαδή τώρα που το ξανασκέφτομαι, η αμέσως προηγούμενη φορά που έκανα την ίδια βλακεία, πρέπει να ήταν όταν πήρα το απολυτήριο λυκείου και δεν έβλεπα την ώρα να πάρω κορνίζα για να το κοτσάρω στον τοίχο (γιατί, δεν είναι κατόρθωμα άξιο τοιχοκολλήσεως και κομπασμού;).
Η μέσα μου φωνή, αλάνθαστη αλλά σε μόνιμη πάλη με την έξω μου κίνηση, προσπαθούσε μάταια να με προειδοποιήσει.
Μην το κάνεις.
Θα το μετανιώσεις.
Μη.
Στου κουφού την πόρτα...
Ντύνομαι, στολίζομαι, δρόμο παίρνω, δρόμο αφήνω και κινάω για την τράπεζα της γειτονιάς, προκειμένου περί να αναλήψω το εβδομαδιάτικό μου και να μπορέσω να επενδύσω ένα μέρος εξ αυτού σε τοιαύτην την προκυριακάτική μου εξόρμηση.
Φευ.
Η τράπεζα της γειτονιάς (ονόματα δεν λέμε, ένα γράμμα του αλφαβήτου το όνομά της και περιέχεται μέσα στην προηγούμενη λέξη, χωρίς να είναι το βήτου) είχε κατεβασμένα ρολά. Και στο ΑΤΜ.
Καθώς δεν είχα λοστό απάνω μου να βανδαλίσω τα ρολά και να τους πείσω ότι το μόνο που καταφέρνουν είναι να πεισμώνουν τους επίδοξους καταστροφείς, αφού εκτός των άλλων επιδεικνύουν την ζαμανφουτίστικη νοοτροπία τους ως προς τους πελάτας τους, γύρισα την περήφανη πλάτη μου και έφυγα.
Να σου την πάλι.
Μη.
Δεν το έπιασες το υπονοούμενο;
Γύρνα πίσω.
Αλί, αλί και τρισαλί.
Μπαίνω αγέρωχη στο φορείο του λαού, θεωρώντας ότι θα κατάφερνα σε λίγα λεπτά να εξυπηρετηθώ από ένα υποκατάστημα του κέντρου, αφού όσο να πεις το κέντρο είναι κέντρο (τσεκαρισμένο).
Ούτε ένα. Ούτε δύο. Ούτε τρία. Στο τέταρτο θωρακισμένο υποκατάστημα, κι αφού είχα φάει το κρύο της αρκούδας και την κίνηση του αιώνα, αποφάσισα να τραβήξω ρευστό από άλλη τράπεζα που είχε την καλοσύνη να μεριμνήσει για την πελατεία της (ευχαριστώ τους κύριους τραπεζίτες). Το ακριβές ποσό του νταβατζιλικίου που τους αναλογούσε δεν το ξέρω ακόμα. Έφαγα το φέσι και ηρέμησα.

Υ.Γ. Συνεχίζεται... Όλη τη μίρλα μαζεμένη με τη μία;

Πέμπτη, Ιανουαρίου 15, 2009

Επιστρεφω (δειλά δειλά)...

Καλέ;;;;
Υπάρχει ακόμα τούτο 'δω το ρημάδι;

Υ.Γ. Ασφαλώς και ρητορικό το ερώτημα. Σάματις δεν το βλέπω;


feed me more stupidity