Ψυχαναλύομαι...
Δεν ξέρω γιατρέ μου.
Τι να σου πω.
Η αλήθεια είναι, ότι θα ήθελα να μην έχω να κάνω τίποτα άλλο όλη μέρα, πέρα από το να γράφω. Να ξυπνάω το πρωί, και ίσα με να κοιμηθώ η μοναδική μου έννοια να είναι να γράψω. Καλά ε, θα την καταέβρισκα μιλάμε.
Μια κούπα με καφέ, ένα ποτήρι με φραπέ (ή το ένα ή το άλλο αναλόγως των κλιματολογικών συνθηκών, και τα δυο συνάμα μπουρλότο θα γένομαν), το πληκτρολογιάκι μου, την οθονούλα μου και ό,τι κατεβάσει το δαιμόνιο μυαλό μου.
Λες ε; Ναι, τώρα που το λες όντως, από αυτή την άποψη είναι μάλλον λίγο οξύμωρο ότι όσο περνάει ο καιρός, τόσο λιγότερο γράφω στο τεφτέρι μου. Μη θαρρείς ότι δεν με παραξένεψε κι εμένα την ίδια, πρώτη εγώ αναρωτήθηκα και ξόδεψα σεβαστή ενέργεια για να το διαλευκάνω το θέμα. Τζίφος.
Γι' αυτό αφού είδα κι απόειδα, είπα να δώσω άδεια στα καβουράκια να πάνε για διακοπές λόγω θέρους και να δώσω κάνα φράγκο σε τα σένα μπας και τα φτυχία μπορέσουν να βγάλουν καμιάν άκρη.
Λες να φταίει που πονάει το χέρι μου; Μπα, αυτό προέκυψε χτες. Άρα ως δικαιολογία, δεν πολυστέκει. Να είμαστε λογικοί. Σε τρελογιατρό μπορεί να ήρθα, άμα τρελή όμως δεν έγινα ακόμα (δε θέλω ου).
Κατόπιν ωρίμου σκέψεως, τείνω να πιστέψω ότι αυτό που πραγματικά φταίει, είναι ότι είμαι ολίγον του όλα ή τίποτα. Και να σου εξηγηθώ σαφεστέρως πάραυτα.
Είναι ρε παιδί μου σαν να σου λένε πάρε αυτή τη σοκολάτα, ωραία και λαχταριστή, γάλακτος αμυγδάλου όπως με αρέσει, αλλά φάε μόνο δύο κομματάκια. Παραπάνω δεν έχει, δε βγαίνω μάτια μου δε βγαίνω.
Ε, άμαν είναι έτσι, δε θέλω καθόλου. Μισές δουλειές θα κάνουμε; Καθόλου δουλειές δε θα κάνουμε. Ή που θα φάω του σκασμού ή που δε θα δοκιμάσω καν.
Ξέρω 'γω, λέω τώρα...
Υ.Γ. Αυτή η άσπρη μπλούζα με τα μεγάλα μανίκια για μένα είναι; Αχ δεν έπρεπε!